- бумага
- бумага 1-и θ.1. χαρτί, χάρτης•
первосортная бумага χαρτί πρώτης ποιότητας•
тряпичная -χαρτί από ράκη•
древесная бумага χαρτί από ξύλο•
писчая бумага χαρτί γραψίματος•
почтовая бумага επιστολόχαρτο ή επιστολικός χάρτης•
фильтровальная бумага στραγγιστικό χαρτί ή διηθητικός χάρτης•
оберточная бумага χαρτί περιτυλίγματος•
газетная бумага δημοσιογραφικό ή τυπογραφικό χαρτί•
промокательная бумага στυπόχαρτο•
цветная -έγχρωμο χαρτί•
светочувствительная бумага φωτοπαθής χάρτης (φωτογραφικός)•
наждачная! -σμυριδόχαρτο ή σμυριδόπανο•
стеклянная -γυαλόχαρτο•
пергаментная бумага περγαμινός χάρτης•
бумага в одну линейку χαρτί μονόγραμμο•
в две линейки χαρτί δίγραμμο•
бумага в клетку διατετραγωνιστικό χαρτί.
2. έγγραφο•из центра пришла бумага από το κέντρο ήρθε χαρτί.
3. χαρτονόμισμα•-и падают на бирже η αξία των χαρτονομισμάτων πέφτει στο χρηματιστήριο.
4. -и πλθ. τα ατομικά πιστοποιητικά έγγραφα. || τα χειρόγραφα, τα χαρτιά•рыться в -ах ανασκαλεύω τα χαρτιά.
εκφρ.на -е быть ή оставаться – είμαι, μένω στα χαρτιά (για υπόθεση που δεν πραγματοποιείται)•только на -е – μόνο στα χαρτιά (στην πράξη όχι)•ценные -и – τα Χρεόγραφα.бумага 2-и θ. βαμπάκι (ως υλικό κατασκευής προϊόντων)•ткани из шерсти с -ой υφάσματα μαλλινοβάμβακα•
хлопчатая бумага παλ. βλ. хлопок.
Большой русско-греческий словарь. Под редакцией Константина Логофетиса. 1987.